Καρκίνος θυρεοειδούς
Οι περισσότερες περιπτώσεις καρκίνου του θυρεοειδούς αδένα είναι ιάσιμες. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν και να προχωρήσουν γρήγορα γι’ αυτό και η έγκαιρη ανίχνευση έχει καθοριστική σημασία.
Ο καρκίνος του θυρεοειδούς αδένα μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Οι περισσότερες περιπτώσεις εκδηλώνονται μετά την ηλικία των 40 ετών.
Οι γυναίκες έχουν δύο με τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να προσβληθούν από τη νόσο σε σύγκριση με τους άνδρες. Όταν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του θυρεοειδούς, ο κίνδυνος εκδήλωσης της νόσου και σε άλλα μέλη της οικογένειας, είναι μεγαλύτερος.
Άτομα που εκτέθηκαν σε ακτινοβολία της περιοχής του λαιμού, έχουν σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο για τη νόσο. Η ιονίζουσα ακτινοβολία είναι βασικός παράγοντας πρόκλησης καρκίνου του θυρεοειδούς.
Στην περίπτωση του πυρηνικού ατυχήματος στο Τσερνομπίλ, οι ραδιενεργές ουσίες που απελευθερώθηκαν στο περιβάλλον, ιδιαίτερα το ραδιενεργές ιώδιο, απορροφήθηκε από τον οργανισμό ατόμων της περιοχής που έγινε το ατύχημα.
Τα παιδιά απορρόφησαν πολύ περισσότερο ραδιενεργές ιώδιο λόγω της ανάπτυξης τους με αποτέλεσμα ο καρκίνος του θυρεοειδούς να αυξηθεί δραματικά σε παιδιά και έφηβους στις πληγείσες περιοχές μετά το ατύχημα.
Ασθενείς που υποβλήθηκαν σε ακτινοθεραπεία λόγω καρκίνων της κεφαλής, του λαιμού ή του θώρακα, επειδή ο θυρεοειδής αδένα βρισκόταν στο πεδίο ακτινοβολίας, έχουν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν τον εν λόγω καρκίνο. Για παράδειγμα οι ασθενείς με λέμφωμα τύπου Hodgkin’s, συχνά υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία. Λόγω εμπλοκής του θυρεοειδούς, παρουσιάζουν υποθυρεοειδισμό και έχουν αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του οργάνου αυτού.
Είναι σημαντικό ασθενείς που εκτέθηκαν για οποιαδήποτε λόγο σε ιονίζουσα ακτινοβολία ή που έλαβαν ακτινοθεραπεία που θα μπορούσε να επηρεάσει το θυρεοειδή τους αδένα, να γνωρίζουν ότι έχουν περισσότερες πιθανότητες για καρκίνο του θυρεοειδούς ή και για υποθυρεοειδισμό.
Έτσι μπορούν να απευθύνονται στο γιατρό τους, να τυγχάνουν τακτικής παρακολούθησης και κλινικής εξέτασης, να κάνουν τεστ αναγκαία για το θυρεοειδή όπως το υπερηχογράφημα και ορμονικές αναλύσεις με τρόπο τέτοιο που οποιοδήποτε πρόβλημα τυχόν προκύψει να αντιμετωπίζεται έγκαιρα.
Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που κατά τη διάρκεια μιας κλινικής εξέτασης ρουτίνας, όταν ο γιατρός εξετάζει το λαιμό, ανακαλύπτει μικρά οζίδια (μικρούς όγκους) στο θυρεοειδή ή την περιοχή του.
Βέβαια όταν κάποιος αντιληφθεί ότι έχει κάποιο μικρό ή μεγαλύτερο ογκίδιο στην περιοχή του λαιμού του, στη βάση του λαιμού μπροστά εκεί που βρίσκεται ο θυρεοειδής, εάν έχει δυσκολίες στην κατάποση ή στην αναπνοή, δεν πρέπει να αμελήσει να συμβουλευτεί άμεσα το γιατρό του.
Πρέπει να τονίσουμε ότι οι περισσότερες μάζες που εμφανίζονται στο θυρεοειδή αδένα, μέχρι και το 90%, είναι καλοήθεις. Επιπρόσθετα οι μάζες που αποδεικνύονται ότι είναι καρκίνοι, έχουν πολύ καλή πρόγνωση. Όμως οποιαδήποτε μάζα του θυρεοειδούς, μικρή ή μεγάλη, πρέπει να τυγχάνει πλήρους διερεύνησης.
Ο καρκίνος του θυρεοειδούς, συνήθως δεν προκαλεί πόνο. Εάν μια μάζα του θυρεοειδούς αφεθεί και μεγαλώσει, είναι δυνατόν να προκαλέσει προβλήματα στην κατάποση και στην αναπνοή όπως επίσης και βραχνάδα. Σε περιπτώσεις που δημιουργείται αιμορραγία εντός του όγκου, μπορεί να υπάρχει πόνος.
Η αρχική αξιολόγηση του ασθενούς περιλαμβάνει τη λήψη του ατομικού και οικογενειακού ιστορικού, τη λεπτομερή κλινική εξέταση με ιδιαίτερη έμφαση στην περιοχή του λαιμού. Σε περίπτωση που υπάρχει μάζα στο θυρεοειδή αδένα, το υπερηχογράφημα δίνει σημαντικές πληροφορίες.
Οι εξετάσεις αίματος με τις μετρήσεις ορμονών επιτρέπουν να αξιολογηθεί η λειτουργία του αδένα. Στους καρκίνους του θυρεοειδούς συνήθως δεν υπάρχουν ορμονικές ανωμαλίες. Όμως οι ορμονικές εξετάσεις επιτρέπουν να φανεί κατά πόσο υπάρχει υποθυρεοειδισμός ή υπερθυρεοειδισμός.
Με τον τρόπο αυτό μπορεί να αποδειχτεί κατά πόσο μια μάζα είναι βρογχοκήλη ή όχι. Το σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς συμβάλλει ουσιαστικά στη διάγνωση των διαφόρων ανωμαλιών που εκδηλώνονται στο όργανο αυτό.
Στο σπινθηρογράφημα ο καρκίνος φαίνεται σαν ψυχρός όζος. Δηλαδή δεν προσλαμβάνει το ραδιοϊσότοπο που χορηγείται για την εξέταση στον ίδιο βαθμό που το προσλαμβάνει ο υπόλοιπος υγιής θυρεοειδής ιστός.
Η εξέταση των κυττάρων που αποτελούν ένα ογκίδιο του θυρεοειδούς, μετά από αναρρόφηση με λεπτή βελόνα, μπορεί να δώσει πληροφορίες κατά πόσο πρόκειται για καρκίνο ή όχι.
Υπάρχουν βασικά 4 μορφές καρκίνου του θυρεοειδούς:
- Θηλώδης τύπος: Αποτελεί το 80% των περιπτώσεων. Αναπτύσσεται στα κύτταρα που παράγουν τη θυροξίνη. Μπορεί να εμφανίζει συχνές υπότροπες. Στους ηλικιωμένους είναι σοβαρότερη η κατάσταση. Το ποσοστό ίασης ανέρχεται στο 90 έως 95%
- Θυλακιώδης τύπος: Αναπτύσσεται στα ίδια κύτταρα και έχει επίσης ψηλό ποσοστό ίασης που ανέρχεται στο 75% στα 5 χρόνια από τη διάγνωση. Είναι συχνότερο στις γυναίκες. Μπορεί να διηθήσει τους λεμφαδένες που γειτνιάζουν με το θυρεοειδή και έχει τη δυνατότητα να κάνεi μεταστάσεις
- Μυελοειδής τύπος: Αποτελεί το 5%-10% των περιπτώσεων καρκίνων του θυρεοειδούς. Μπορεί να κάνει μεταστάσεις. Εκκρίνει την ορμόνη καλσιτονίνη. Μπορεί να συνυπάρχει και με άλλους καρκίνους του ενδοκρινολογικού συστήματος. Στα 5 χρόνια το ποσοστό επιβίωσης ανέρχεται στο 70%
- Αναπλαστικός τύπος: Εκδηλώνεται κυρίως σε άτομα άνω των 65 ετών. Είναι η σπανιότερη μορφή και η πλέον επικίνδυνη από τους καρκίνους του θυρεοειδούς. Εξελίσσεται πολύ γρήγορα, είναι ιδιαίτερα επιθετικός. Διηθεί γρήγορα τους τοπικούς ιστούς, τις δομές του λαιμού και προκαλεί αναπνευστικά προβλήματα
Η χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση του καρκίνου του θυρεοειδούς, είναι η πρώτη θεραπευτική ενέργεια που γίνεται. Στη συνέχεια οι περισσότεροι ασθενείς, υποβάλλονται σε θεραπεία με ραδιενεργές ιώδιο. Το ραδιενεργές ιώδιο απορροφάται από το θυρεοειδή και καταστρέφει υπολειπόμενα καρκινικά κύτταρα.
Άλλα θεραπευτικά όπλα που δυνατόν να χρησιμοποιηθούν περιλαμβάνουν την ακτινοθεραπεία και ορμονοθεραπεία. Οι καρκίνοι του θυρεοειδούς δεν ανταποκρίνονται καλά στη χημειοθεραπεία. Παρά το γεγονός αυτό, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χορηγηθεί χημειοθεραπεία.
καρκίνος του θυρεοειδούς αδένα αντιμετωπίζεται συνήθως με την αφαίρεση του αδένα. Στη συνέχεια χορηγείται ραδιενεργές ιώδιο για την καταστροφή καρκινικών κυττάρων που δυνατόν να έχουν παραμείνει στον οργανισμό του ασθενούς.
Λόγω της αφαίρεσης του θυρεοειδούς αδένα, οι ασθενείς πρέπει να λαμβάνουν εφόρου ζωής θεραπεία με συνθετική θυρεοειδική ορμόνη.
Με την αφαίρεση όλου του θυρεοειδούς αδένα, τα επίπεδα στο αίμα της θυρεοσφαιρίνης, πρέπει κανονικά να είναι μηδέν. Μερικές φορές μετά από την αρχική θεραπεία, τα επίπεδα της θυρεοσφαιρίνης είναι χαμηλά και σταδιακά μειώνονται με το πέρασμα του χρόνου.
Η μέτρηση της θυρεοσφαιρίνης στο αίμα μετά τη θεραπεία, μπορεί να δείχνει ότι υπάρχουν υπολείμματα ή υποτροπή του καρκίνου του θυρεοειδούς αδένα.
Στο παρελθόν για τη μέτρηση της θυρεοσφαιρίνης στους ασθενείς αυτούς, ήταν απαραίτητο να σταματούν τη λήψη της συνθετικής θυρεοειδικής ορμόνης για μερικές εβδομάδες πριν από το τεστ. Αυτό ήταν αποτελεσματικό για να ψηλώνει στο αίμα η θυρεοσφαιρίνη εφόσον βέβαια υπήρχαν υπολείμματα ή υποτροπή του καρκίνου.
Η διακοπή λήψης της συνθετικής ορμόνης, δημιουργούσε μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση στους ασθενείς. Οι ασθενείς ένιωθαν πολύ άσχημα χωρίς τη θυρεοειδική ορμόνη που είναι απαραίτητη για πολλαπλές λειτουργίες του οργανισμού. Το γεγονός αυτό ήταν κατασταλτικό για τη διενέργεια της εξέτασης.
Η απουσία της θυρεοειδικής ορμόνης στον οργανισμό προκαλεί κούραση, πρόσληψη βάρους, δυσκοιλιότητα, ληθαργία, κατάθλιψη και άλλα συμπτώματα.
Χάρις σε ένα τεστ που καθιερώθηκε από το 1998, κατέστη δυνατή η μέτρηση της θυρεοσφαιρίνης χωρίς να είναι αναγκαία η διακοπή της λήψης της θυρεοειδικής ορμόνης.
Το τεστ βασίζεται στην αρχική χορήγηση στον ασθενή ένεσης με το φάρμακο θυρεοτροπίνη άλφα (Thyrogen). Εάν υπάρχουν καρκινικά κύτταρα στον ασθενή, τότε απελευθερώνουν τη θυρεοσφαιρίνη λόγω της δράσης της θυρεοτροπίνης άλφα.
Το τεστ αυτό είναι σε θέση να βοηθά στην παρακολούθηση των ασθενών που υποβλήθηκαν σε θεραπεία για καρκίνο του θυρεοειδούς.
Ανιχνεύει την ύπαρξη καρκινικών κυττάρων πριν ακόμη οι γιατροί να είναι σε θέση, να εντοπίσουν απεικονιστικά τα υπολείμματα ή την υποτροπή του καρκίνου.
Τα καρκινικά κύτταρα που παραμένουν στον οργανισμό μετά την αρχική θεραπεία ή που επανεμφανίζονται παράγουν τη θυρεοσφαιρίνη η οποία κυκλοφορώντας στο αίμα προδίδει την ύπαρξη του καρκίνου.
Σε πρόσφατη έρευνα γιατρών από το πανεπιστήμιο του Οχάιο, φάνηκε ότι το τεστ με τη θυρεοτροπίνη άλφα, επιτρέπει την πρόβλεψη των ασθενών που θα υποτροπιάσουν μετά την αρχική τους θεραπεία για καρκίνο του θυρεοειδούς αδένα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ακόμη και σε ασθενείς με σχετικά χαμηλά επίπεδα θυρεοσφαιρίνης, έστω και εάν ήταν αδύνατο να βρεθεί απεικονιστικά όγκος, υπήρχε κίνδυνος της τάξης του 80% να παρουσιάσουν υποτροπή του καρκίνου τους, σε χρονικό διάστημα 3 έως 5 ετών.
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι οι γιατροί είναι σε θέση και πρέπει, χάρις στο τεστ με τη θυρεοτροπίνη άλφα, να ανιχνεύουν πολύ έγκαιρα υποτροπές της νόσου στους ασθενείς με καρκίνο του θυρεοειδούς.